Στα πλαίσια της εκδήλωσης του Στεκιού Μεταναστών για το “Προσφυγικό – Μεταναστευτικό: πρακτικές της κυρίαρχης ενημέρωσης & διαχείριση πληροφορίας από τα κάτω” που έγινε στις 3 Ιουλίου 2021 στην αυλή της ανακατάληψης και της πρόσκλησης που μας απηύθυνε για συμμετοχή στην εισήγηση, δημοσιοποιούμε τα όσα περίπου είπαμε.
Τι είναι η είδηση; Είναι μία σειρά δεδομένων (που , πώς, γιατί, πότε) ή ένα πολιτισμικό προϊόν;
Η είδηση είναι ένα παράθυρο και, όπως κάθε παράθυρο, έχει ένα πλαίσιο που περιορίζει αλλά και προσδιορίζει την θέαση των γεγονότων. Το πλαίσιο αυτό είναι η πολιτική του κάθε μέσου, η ιδεολογική του γραμμή.
Εισαγωγή
Πρώτο και βασικότερο κριτήριο διαφοροποίησης μιας είδησης από μία άλλη είδηση είναι η άποψη του δημοσιογράφου και ο τρόπος που τη διατυπώνει. Σε μία είδηση, για παράδειγμα, ο δημοσιογράφος μπορεί να αναφέρει τη δική του προσωπική άποψη επί του θέματος στο τέλος της γενικής παρουσίασης της είδησης, διακρίνοντάς την από το πλήθος πληροφοριών που ίσως αναφέρει παραπάνω. Η διευκρίνιση της προσωπικής άποψης του δημοσιογράφου από τη γενικότερη παρουσίαση της είδησης και η αποφυγή σύγχυσης των πληροφοριών αυτών αποτελεί το βασικότερο κριτήριο διαφοροποίησης μιας είδησης από μία άλλη είδηση που ίσως να μην ακολουθεί τη συγκεκριμένη τακτική.
Ένα, επίσης, σημαντικό κριτήριο διαφοροποίησης μιας είδησης από μία άλλη είναι η έμφαση που δίνει ο δημοσιογράφος σε συγκεκριμένα σημεία της παρουσίασής του, είτε μέσω του τίτλου της είδησης, ώστε να έλκει τον αναγνώστη, είτε μέσω του κυρίου μέρους της είδησης. Κάποια άλλη εφημερίδα μέσω του δημοσιογραφικού στελέχους της, στην αναφορά της στο εν λόγω γεγονός διαφοροποιείται τόσο στις λέξεις που χρησιμοποιεί για την παρουσίαση του προσφυγικού, όσο και στην έμφαση που μπορεί να μη δίνεται σε αυτά τα συγκεκριμένα σημεία της παρουσίασής του.
Τελευταίο κριτήριο διαφοροποίησης των ειδήσεων μεταξύ τους αποτελεί η ιεράρχηση των ειδήσεων με βάση τη χρονολογική σειρά που πραγματοποιήθηκαν. Όταν μία είδηση (π.χ άφιξη προσφύγων στη χώρα μας) παρουσιάζεται νωρίτερα στο άρθρο από μία άλλη είδηση, η οποία στην κυριολεξία η μία προηγήθηκε της άλλης. Για παράδειγμα, «πρόσφυγες κατέφθασαν χθες βράδυ στους κόλπους της Λέσβου, έπειτα από πόλεμο στην περιοχή από όπου ήρθαν» δίνοντας έμφαση πρώτα στο γεγονός που υποθέτει ο αρθρογράφος πως θα «τραβήξει την προσοχή» και θα προκαλέσει αντιδράσεις και όχι στην παρουσίαση με βάση του τι προηγήθηκε π.χ. «πόλεμος ανάγκασε τους πρόσφυγες να μεταφερθούν έγκαιρα στη χώρα μας».
Η επίδραση που μπορεί να έχουν οι ειδήσεις στο κοινό εξαρτώνται από πλήθος παραγόντων:
–τα χαρακτηριστικά της είδησης, όπως η τεκμηρίωση των πληροφοριών μέσα από την αντικειμενικότητα και την πληρότητα,
– την δομή της παρουσίασης των επιχειρημάτων, π.χ. παρουσίασή τους στην αρχή ή στο τέλος.
– την πηγή της πληροφορίας, π.χ. η αξιοπιστία και η δημόσια αναγνώριση του ατόμου που τη μεταδίδει.
Οι ειδήσεις διαμορφώνονται στη βάση ερμηνειών και υποθέσεων σχετικά με την κοινωνία. Οι αντιλήψεις που κυριαρχούν θα ορίσουν τα προβλήματα και τους τρόπους αντιμετώπισής τους, θα ορίσουν εν τέλει τη δημοσιογραφική ατζέντα: τι συμπεριληφθεί και τι θα παραλειφθεί (Κομνηνού Μ. Λυριντζής Χ., 1989). Στα ΜΜΕ αποδίδεται η ιδιότητα των κυριότερων «κατασκευαστών» της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας. Αυτό σημαίνει ότι η πραγματικότητα αποτελεί αποτέλεσμα του συσχετισμού μεταξύ λόγου και νοήματος. Τα ΜΜΕ δεν λειτουργούν ως μεσολαβητές μηνυμάτων αλλά ως δρώντες οργανισμοί που κατασκευάζουν την πραγματικότητα και παράγουν -και αναπαράγουν-συγκεκριμένες εικόνες των σύγχρονων κοινωνιών (Σταυρακάκης Γ., 1998).
Η σχέση των ΜΜΕ με την κοινωνική πραγματικότητα έχει λάβει πολλές μεταφορές όπως :
-ένας φάρος που φωτίζει κάποια στιγμή ένα μέρος της αλήθειας ή της πραγματικότητας που ζούμε
-ένας καθρέφτης που αντανακλά ποιά είναι η κοινωνία χωρίς να παραμορφώνει ή να προσθέτει κάτι σε αυτό
– η τέταρτη ανεξάρτητη εξουσία που κρίνει και ελέγχει τις υπόλοιπες εξουσίες, άρα η δύναμη των αδύναμων που εποπτεύουν την εξουσία
-ένας μεγεθυντικός φακός που αναδεικνύει κάποια θέματα περισσότερο από άλλα
Όσον αφορά λοιπόν το πώς τα ΜΜΕ δρουν στην Ελλάδα πρέπει να λάβουμε υπόψη το γενικότερο πλαίσιο και την ιδιαιτερότητα της γειτνίασης με την Τουρκία και την γεωστρατηγική της θέση στα σύνορα της Ευρώπης στην ανατολική Μεσόγειο.
Πρώτο μέρος : Μικρό ιστορικό της κατασκευής αναπαραστάσεων σε σχέση με τον ξένο
Από το άνοιγμα των συνόρων με την Αλβανία στην έρευνα της, η Κωνσταντινίδου συνέκρινε 5 εφημερίδες : ενώ μέχρι το 1997 δεν υπήρχε κρατική κοινωνική πολιτική αλλά καταστολή (βλέπε κοινοβουλευτικό διάταγμα του 91), το ΄97 ξεκινάει η πράσινη κάρτα ενώ η μαύρη αγορά αφήνεται να λειτουργεί. Εμφανίζει η προσφυγική ροή σαν πρόβλημα! Στην προσπάθεια να χτίσουν σπάνιες, εντυπωσιακές και θεαματικές ειδήσεις παρουσιάζονται γεγονότα ως παραβιάσεις κοινωνικών κανόνων και μετά με την βοήθεια ψυχολόγων, εγκληματολόγων και δημοσιογράφων κατασκευάζεται το “εγκληματικό κύμα” που αποτελεί ουσιαστικό “μιντιακό κύμα” (αν μία θεματική κρατάει το ενδιαφέρον των μμε για αρκετές μέρες τότε δημιουργείται ένα κύμα). Εκείνη την εποχή παρουσιάζονται δαιμονοποιημένοι οι μετανάστες, οι αναρχικοί, οι περιθωριακοί , οι χουλιγκάνοι κτλ προκαλώντας ένα “ηθικό πανικό” (βλέπε μικρό λεξικό εδώ).
Από το 98 ξεκινάνε στα μμε δύο τάσεις : οι άλλοι εμφανίζονται ως “αλλοδαποί” στο αστυνομικό ρεπορτάζ (εμφάνιση εθνικότητας) και από την άλλη αναδύεται η αίσθηση μίας αυξανόμενης ανασφάλειας του έλληνα πολίτη λόγω της “αύξησης της εγκληματικότητας” . Στις 17 Μαρτίου 1998 το υπουργείο αναγγέλλει μέτρα για την πάταξη του εγκλήματος και αυτό ανάλογα την πολιτική γραμμή του τύπου παίρνει θετικά, ουδέτερα ή αρνητικά σχόλια. Κατασκευάζεται ένα αντιαλβανικό κλίμα και τότε έχουμε 2 τινά : ρατσιστικό/αντιρατσιστικό λόγο ανάλογα την εφημερίδα. Η αναπαράσταση των Αλβανών συνοψίζεται στα εξής στοιχεία :
-ξένος- αναγνωρίσιμος-ανεπιθύμητος-αγράμματος-φτηνή εργατική δύναμη-εγκληματίας-κοινωνικά ύποπτος-εν δυνάμη εγκληματίας-ως ομάδα που εμπλέκεται από όλους τους μετανάστες περισσότερο στην εγκληματική δραστηριότητα.
Αυτή η διχοτομία εμείς και οι ξένοι συνεχίζεται και με την αντιστροφή από την Ελευθεροτυπία του θύτης-θύμα και παρουσίαση των Αλβανών σαν θύματα ξενοφοβικών επιθέσεων αλλά και λόγος περί καλών και κακών μεταναστών κτλ.
Από το 2000 και τις τρομοκρατικές επιθέσεις το αίσθημα ασφάλειας αναδεικνύεται σε ύψιστο αγαθό ενώ από το 2008 η οικονομική κρίση η επισφάλεια και ανασφάλεια επιτείνουν την προπαγάνδα του φόβου.Το πλαίσιο έχει τεθεί και σε ένα ήδη ασταθές περιβάλλον οι ξένοι εμφανίζονται σαν μεγαλύτερος αποσταθεροποιητικός παράγοντας. Τα Μέσα παίζουν αποφασιστικό ρόλο στον μετασχηματισμό αρνητικών στερεοτύπων, προκαταλήψεων και διεξαγωγής διαλόγου σε κλίμα κρίσης ή ηθικού πανικού. Σε έρευνα του Lawτου 2010 επισημάνθηκε ότι τα Μέσα προκάλεσαν υστερία σχετικά με την εγκατάσταση των μεταναστών, τέτοια που προκάλεσε την παρέμβαση της αστυνομίας.
Από το 2015 και μετά
Η κατάσταση στην Ελλάδα, σύμφωνα με την έρευνα Refugees Reporting, αναδεικνύεται στα Μέσα και στον δημόσια διάλογο λόγω της γειτνίασής της με την Τουρκία, και εξαιτίας του γεγονότος ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που έφτασαν στην Ευρώπη το 2015, το έκαναν μέσω των ελληνικών νησιών. Τον Σεπτέμβρη του 2017, σύμφωνα με στοιχεία του UNHCR, η προώθηση και εγκατάσταση προσφύγων και μεταναστών στην ενδοχώρα βελτίωσε γενικά τις συνθήκες διαβίωσης. Ωστόσο, οι ροές κορυφώθηκαν και πάλι τον Σεπτέμβριο του 2017 με 6.000 αφίξεις από θάλασσα και ξηρά. Το κλείσιμο της βαλκανικής οδού και η συμφωνία ΕΕ–Τουρκίας εγκλώβισαν πρόσφυγες και μετανάστες στην Ελλάδα, κυρίως στα νησιά του Βορειοανατολικού Αιγαίου. Τον Σεπτέμβρη του 2017, στη χώρα μας καταμετρώνται 45.614 πρόσφυγες. Οι πρόσφυγες και μετανάστες που συρρέουν στα νησιά αναγκάζονται, μέσω της επιβολής του μέτρου του γεωγραφικού περιορισμού τους, να ζουν σε επικίνδυνες και απάνθρωπες συνθήκες στο ΚΥΤ της Μόριας (Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες).
Όσον αφορά την Ελλάδα, σύμφωνα με την έρευνα «Οι ειδήσεις για το προσφυγικό, η πολιτική για το προσφυγικό, η δημοσιογραφία, η κοινή γνώμη και η πολιτική που εφαρμόστηκε στην Ευρώπη», τα ΜΜΕ ξεκίνησαν με αρνητικό λόγο και καλλιέργησαν την ξενοφοβία μέχρι το τέλος του 2015. Κάποιες μεγάλες εφημερίδες εστίαζαν στις γεωπολιτικές διαστάσεις, έδιναν λόγο στους πρόσφυγες, προωθούσαν ανθρωπιστικές δράσεις. Οι τοπικές εφημερίδες σε μέρη όπου υπήρχαν Κέντρα Πρώτης Υποδοχής διατηρούσαν αρνητική στάση. Στο Διαδίκτυο προσέλκυαν επισκέψεις τα δημοσιεύματα με αρνητικούς τίτλους. Ανταποκριτές διεθνών μέσων ζητούσαν από τους πρόσφυγες να κλαίνε για να τους θυματοποιήσουν. Παρόλα’ αυτά δημοσιογράφοι σε μεγάλα Μέσα έδειξαν αλληλεγγύη και κατέγραψαν τις ιστορίες των προσφύγων χωρίς προκαταλήψεις. Δημοσιογράφοι που κάλυπταν τις συνθήκες στους καταυλισμούς, καταγράφεται στη έρευνα, χρειάστηκαν ψυχοθεραπεία όταν επέστρεψαν στα σπίτια τους, εξαιτίας των όσων είδαν.
Στο πλαίσιο της προσφυγικής κρίσης και της όλο και μεγαλύτερης κάλυψης από τα Μέσα, το Δίκτυο Ethical Journalism εξέδωσε αναφορά γύρω από τον τρόπο που παρουσιάστηκαν οι πρόσφυγες/μετανάστες το 2015. Τα συμπεράσματα από διάφορες χώρες είναι παρόμοια: α) η δημοσιογραφία βρίσκεται υπό πίεση σε μια οικονομία που βαίνει ασθενέστερη, β) η πολιτική προκατάληψη και ο οπορτουνισμός καθοδηγούν την ατζέντα, γ) επικρατούν ο λόγος του μίσους, τα στερεότυπα και ο κοινωνικός αποκλεισμός των ανθρώπων.
Τα ευρήματα έρευνας του Οργανισμού Έρευνας και Ανάλυσης «Διανέοσις» και της Εταιρείας Δημοσκοπήσεων «Public Issue», η οποία πραγματοποιήθηκε στα μέσα του Ιανουαρίου του 2016, με τηλεφωνικές συνεντεύξεις σε 1220 άτομα πανελλαδικά, ως προς την αντιμετώπιση και γνώμη που έχουν οι Έλληνες για το προσφυγικό και τις αιτίες του είναι χαρακτηριστικά. Με βάση την έρευνα, ένας στους πέντε Έλληνες γνώριζε σχεδόν με ακρίβεια τον αριθμό προσφύγων που είχε έρθει στην Ελλάδα (ο αριθμός ήταν 856.723), ενώ ένα μεγάλο ποσοστό (περίπου το 49% των ερωτηθέντων) υποεκτιμούσε τον αριθμό προσφύγων που είχαν φτάσει στη χώρα (υπολόγιζαν λιγότερους από 700.000 πρόσφυγες). Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως οι Έλληνες ήταν απογοητευμένοι από τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στο Προσφυγικό Ζήτημα και την Ελλάδα, ενώ απογοητευμένοι παρουσιάζονταν και από την πολιτική της τότε κυβέρνησης για τον τρόπο διαχείρισης του Προσφυγικού. Αντίθετα, επιδοκίμαζαν τη στάση των κατοίκων των νησιών που υποδέχονταν τους πρόσφυγες, τη δράση των ΜΚΟ αλλά και τη δράση κρατικών Σωμάτων Ασφαλείας όπως το Λιμενικό Σώμα (Γεωργακόπουλος, 2016). Στο γενικότερο πλαίσιο οι Έλληνες εξέφραζαν σε σημαντικά ποσοστά αισθήματα αλληλεγγύης και συμπόνιας προς τους πρόσφυγες και δεν επιθυμούσαν να «κλείσουν» τα σύνορα της χώρας. Παρόλα αυτά την ίδια περίοδο άρχισε να αναπτύσσεται η ανησυχία και η απαισιοδοξία για τις δυνατότητες λύσεις του «Προσφυγικού» στον ελληνικό πληθυσμό και αισθήματα καχυποψίας προς τους πρόσφυγες. Επιπλέον ένα ποσοστό 48% εκλάμβανε τους πρόσφυγες ως απειλή για την εθνική ασφάλεια έναντι ενός ποσοστού 45% που πίστευε το αντίθετο (Public Issue, Οκτώβριος 2016). Τέλος, όσον αφορά τα στοιχεία του Νοεμβρίου του 2016, ένα ποσοστό 69% εκτιμούσε πως οι πρόσφυγες δεν θα μπορέσουν να ενσωματωθούν στην ελληνική κοινωνία, έναντι ενός ποσοστού 24% που είχε την αντίθετη άποψη (Public Issue, Ιανουάριος 2017).νέα ορολογία : πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο, ασυνόδευτα παιδιά.
Από το 2019 και την πανδημία το μεταναστευτικό εργαλειοποιείται στο κομμάτι των διεθνών σχέσεων με τα ελληνοτουρκικά. Οι περιπτώσεις του Έβρου και της Λέσβου δείχνουν πώς οι μεταναστευτικές ροές χρησιμοποιούνται από την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ ως πιστά φερέφωνα της με αφορμή την πανδημία για το κλείσιμο των συνόρων που διαρκεί μέχρι και σήμερα με την Τουρκία. Εμφανίζεται ο όρος υβριδική απειλή στα ΜΜΕ για να αναφερθεί στο μεταναστευτικό, δηλαδή ένας στρατιωτικός όρος. Όσον αφορά την ενημέρωση δεν υπάρχει πια πρόσβαση μέσα στα καμπς και δεν υπάρχει δυνατότητα αντίστασης στον δρόμο για την ανατροπή της κυρίαρχης εικόνας λόγω του λοκντάουν.
2.Η διαμόρφωση της κοινής γνώμης και η παραπληροφόρηση
τα στερεότυπα αποτελούν έναν τρόπο κατηγοριοποίησης συμπεριφορών μέσα από «την εκδήλωση σχετικά σταθερών, ομοιόμορφων, τυποποιημένων και μη ελέγξιμων απόψεων για άτομα, κοινωνικές ομάδες, συμπεριφορές και καταστάσεις». Πρόκειται για «μία απλοποιημένη προσέγγιση των κοινωνικών καταστάσεων». Τα στερεότυπα λειτουργούν με τρόπο τέτοιον που προσανατολίζουν το κοινό σε συγκεκριμένες πληροφορίες που παρουσιάζονται σε συγκεκριμένο πλαίσιο και «αποτελούν μέσο κοινωνικού ελέγχου, που καθορίζει τη σχέση του κοινωνικού συνόλου με διάφορες κοινωνικές ομάδες» (Λαμπροπούλου Ε., 1997).
Παρακολουθούμε με την ψηφιοποίηση των μέσων και μία μείωση των πρωτογενών πηγών, τον μεγαλύτερο έλεγχό τους και την μονομερή τους αναδιανομή από συγκεκριμένους οργανισμούς. Και λόγο της αλλαγής των εργασιακών σχέσεων αλλά και λόγω των δομικών αλλαγών που συντελούνται στον χώρο των ΜΜΕ το πρόβλημα των πηγών παραμένει ακόμα πιο δύσκολο. Όταν σε λίγη ώρα πρέπει να βγει ένα ρεπορτάζ , πολλοί πια δημοσιογράφοι αρκούνται στις συνεντεύξεις τύπου παρά στο να ερευνούν και να διασταυρωνουν τις πληροφορίες τους.Έτσι αναδεικνύεται περισσότερο η σημασία πρωταρχικών αξιόπιστων πηγών όπως ο διασώστης Ιάσωνας Αποστολόπουλος, άλλοι ανθρωποι εντός των καμπ, των διασωστικων πλοίων και όλων όσων είναι στο πεδίο σε αντιδιαστολή με τη δημοσιογραφία του copy-paste κρατικών η άλλων εξουσιαστικών αφηγήσεων (όσον αφορά τις ΜΚΟ υπάρχει πάντα το πρόβλημα της προβολής συγκεκριμένου αφηγήματος που να οδηγεί στην κάλυψη των συμφερόντων τους).
Από την άλλη έχουμε παραδείγματα όπως η ΕΦΕ η οποία μέσα στο Συμβούλιο της Ευρώπης έκανε έκθεση φωτογραφίας για το προσφυγικό αντιστρέφοντας το πρόσημο του εσωτερικού εχθρού . Έτσι η σημασία των τοπικών ΜΜΕ ως πιο κοντινών στις πρωταρχικές πηγές και την πληροφορία χρησιμοποιήθηκε από εθνικά και διεθνή ΜΜΕ.
Ο τοπικός Τύπος διαφέρει από τα πανελλαδικά Μέσα. Πολλές από τις διαφορές εδράζονται στην φυσική κοντινότητα και την εντοπιότητα των Μέσων, καθώς και στην εδραιωμένη και απαραίτητη αλληλεπίδρασή τους με το κοινό. Το δε βασικό κομμάτι της ενημέρωσης αποτελούν οι τοπικές ειδήσεις. Σημαντικές διαφορές εκπορεύονται από τη σχέση του με το κοινό του, το οποίο αποτελείται από μέλη της τοπικής κοινότητας. Ως εκ τούτου, πολλές φορές η θέση που παίρνει ένα Τοπικό Μέσο στερείται αντικειμενικότητας προκειμένου να μην διαταραχθεί η σχέση αυτή.
Τα Τοπικά Μέσα π.χ στην Λέσβο δεν αναφέρονται στην ενίσχυση κλίματος ξενοφοβίας και ρατσισμού. Είναι δε εστιασμένα στις επιπτώσεις για το νησί τους και τους κατοίκους του, δεδομένης της εγκατεστημένης δομής ΚΥΤ στη Μόρια.
Συμπερασματικά :
Η συζήτηση για το μεταναστευτικό στην παγκόσμια δημόσια σφαίρα με τη διαμεσολάβηση των ΜΜΕ έχει μετατοπιστεί από τους ίδιους τους άμεσα εμπλεκόμενους σε επίπεδο πολιτικής, εγχώριας, ευρωπαϊκής και διεθνούς. Σε αυτό το πλαίσιο περιλαμβάνονται συγκρούσεις συμφερόντων και απόψεων που αναδύονται στον δημόσιο διάλογο. Συχνά καταγράφονται αντιπαραθέσεις και καταλογισμοί μεταξύ ισχυρών στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Οι λύσεις, οι ανάγκες και επιπτώσεις στους ανθρώπους καταλαμβάνουν πολύ μικρότερο μέρος στη συζήτηση με το πρόβλημα να χρονίζει και να επιδεινώνεται. Οι έρευνες σε διάφορες χώρες που γίνονται από τα ΜΜΕ αναδεικνύουν το πρόβλημα στη βάση της ιδεολογικής και κομματικής/πολιτικής τους κατεύθυνσης, των συμφερόντων που προκύπτουν από τη σχέση τους με τις κυβερνήσεις των κρατών, την προσπάθειά τους να αυξήσουν το κοινό τους. Το ανθρωπιστικό μέρος της κρίσης φαίνεται να έχουν αναλάβει διεθνείς οργανισμοί και ΜΚΟ, βάζοντας τη συζήτηση στη βάση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Η ομογενοποίηση που φέρνει το διαδίκτυο επιτείνει την αναπαραγωγή συγκεκριμένων απόψεων και στερεοτύπων πολλές φορές στιγματιστικών για τους μετανάστες. Σε αυτή την κατεύθυνση ωθεί και η παντελής απουσία πηγών και φωνών που προέρχονται από την πλευρά των μεταναστών. Η ρητορική αυτή των Μέσων γίνεται αρνητικότερη κάθε φορά που καταφθάνουν νέοι μετανάστες στις διάφορες χώρες υποδοχής. Επίσης, συχνά παρατηρούνται κατηγοριοποιήσεις, όπως πρόσφυγας, μετανάστης, αιτών άσυλο, τόσο στην αντιμετώπιση των ανθρώπων όσον αφορά στην πολιτική αλλά και στη νομιμοποίηση αυτής μέσα από τα ΜΜΕ που αναπαράγουν τους σκόπιμους αυτούς διαχωρισμούς.
3. Οι δύο ρητορικές στον δημόσιο λόγο γύρω από το μεταναστευτικό
-ρητορική του μίσους και εθνικιστικού λόγου (θέματα των ρεπορτάζ, των συνεντεύξεων κτλ).
-συναισθηματικός εκβιασμός, απεύθυνση στο θυμικό, φιλανθρωπικός λόγος, θυματοποίηση.
Μεταξύ απειλής και θυματοποίησης μπορεί σίγουρα να διακρίνει κανείς μια υποβάθμιση του πραγματικού υποκειμένου, τόσο η απειλή όσο και η θυματοποίηση σε ενα βαθμό απανθρωποποιούν τους μετακινουμενους ανθρώπους με διαφορετικό τρόπο και απευθύνονται στο θυμικό.
Τα αριστερά Μέσα χρησιμοποιούν περισσότερο το πλαίσιο της θυματοποίησης ενώ τα δεξιά της απειλής. Σε σχέση με το άσυλο τα πρώτα είναι θετικότερα ενώ τα δεύτερα εστιάζουν περισσότερο στη βία (BlumellL et al, 2019).
Το πλαίσιο αυτό στον λόγο των ΜΜΕ αναπαράγει στερεότυπα που οδηγούν σε πρόσφυγες που νομικά και ηθικά δικαιούνται προστασίας και μπορούν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους ενώ για παράδειγμα οι μετανάστες όχι.
4. Στην τελευταία ερώτηση του Στεκιού για το πώς μπορεί να κινητοποιήσει η πληροφορία ή αφού έχεις την πληροφορία μετά τι κάνεις;
απαντάμε με καινούργιες ερωτήσεις όπως :
-Τι εννοούμε όταν λέμε ότι θέλουμε μαζική απεύθυνση και τι επιδιώκουμε απ’ αυτήν; Όταν μιλάμε για μάζα που είναι η συνείδηση; που το βίωμα έναντι της πληροφορίας;
-Τι θέλει τελικά να μάθει η κοινωνία;
Σίγουρα η δύναμη του μέσου (όπως το χασταγκ κτλ για την γνωστοποίηση και δημοσιοποίηση φαινομένων αλλά και για κινητοποίηση όπως στην Αραβική άνοιξη, στο me too) μπορεί να οδηγήσει στην εδαφικοποίηση των σχέσεων αλλά δεν είναι πάντα νομοτέλεια. Θα πρέπει να μην ξεχνάμε και τα υπόλοιπα κανάλια επικοινωνίας που δημιουργούν κι αυτά σχέσεις : διαπροσωπικά, άτυπα και τυπικά, ο δρόμος, ο κινηματογράφος, ανάλογα την τεχνολογία.Σε όλα αυτά βλέπουμε πολλαπλά επίπεδα ανταγωνισμού.
Τέλος μιλώντας για τις δικές μας δομές χρειαζόμαστε σίγουρα εκπαίδευση, αυτομόρφωση, προστασία-κρυπτογράφηση και εργαλεία κριτικού μιντιακού εγγραματισμού, οργάνωση των εργαλείων μας και βασικότερος στόχος μας να είναι και να στηριζόμαστε στις σχέσεις εμπιστοσύνης ώστε όχι μόνο να διανείμεται η πληροφορία σε άτομα αλλά να χτίζεται μία κοινότητα με ευαισθησίες, φροντίδα και αντανακλαστικά. Δηλαδή δεν φτάνει να στέλνουμε πληροφορίες αλλά να πηγαίνουμε προς τους άλλους, να τους γνωρίζουμε, να μιλάμε μαζί τους και να προχωράμε μαζί.